Αρχαιολογικός χώρος Περιστεριάς
Ο λόφος της Περιστεριάς βρίσκεται σε κομβικής σημασίας θέση 8 χλμ. βορειοανατολικά της Κυπαρισσίας και 5 χλμ. ανατολικά των βορειοδυτικών ακτών της Μεσσηνίας. Χάρη στις ανασκαφικές έρευνες του Σπυρίδωνα Μαρινάτου και του Γεώργιου Κορρέ κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970 αναγνωρίσθηκε ως ένα από τα σημαντικότερα μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας χαρακτηριζόμενο ως «Μυκήνες της δυτικής Πελοποννήσου».
Η Περιστεριά έφθασε στο απόγειο της ακμής της κατά την πρώιμη μυκηναϊκή περίοδο (17ος/16ος αι. π.Χ.) και μέχρι τον 15ο αι. π.Χ. Σε αυτή την περίοδο ο λόφος οχυρώνεται στα νότια με τείχος, αυξάνεται η κατοίκηση και διαμορφώνεται ένα ισχυρό κέντρο, το οποίο διοικούν ηγετικές και προνομιούχες προσωπικότητες, που συγκεντρώνουν τον πλούτο της περιοχής επιδεικνύοντας εξωστρέφεια και δεκτικότητα στις νέες πολιτισμικές τάσεις της εποχής. Το κύρος και η ισχύς των τοπικών αυτών αρχόντων αναδεικνύεται μέσα από το πλήθος των περίτεχνων κτερισμάτων από χρυσό και άλλα πολύτιμα και ημιπολύτιμα υλικά, που βρέθηκαν ως επι το πλείστον στους θολωτούς τάφους του λόφου.
Τα καλλιτεχνικά θέματα, τα υλικά και η τεχνογνωσία των ευρημάτων πιστοποιούν την ευρύτατη χρήση του χρυσού και άλλων εισαγόμενων υλικών και καλλιτεχνημάτων ως προϊόντα του ανταλλακτικού εμπορίου αλλά και τις επαφές της Περιστεριάς με την Κρήτη και με άλλα μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας, της Μεσογείου και της Ευρώπης. Γύρω στο 1400/1300 π.Χ. η Περιστεριά χάνει τη διοικητική της σημασία και μετατρέπεται σε απλό πόλισμα που πιθανότατα δεν ενσωματώθηκε ομαλά στην περιοχή επιρροής του Ανακτόρου του Νέστορος αλλά τη διαδέχθηκε ένα άλλο μυκηναϊκό κέντρο στη θέση «Ελληνικό» Μουριατάδας. Στοιχεία κατοίκησης διαπιστώνονται στον λόφο και κατά τους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους.